Στο προηγούμενο άρθρο για τη διαχείριση των αρνητικών και απαισιόδοξων σκέψεων μιλήσαμε για τα μοτίβα που χρησιμοποιούμε όταν ερμηνεύουμε την πραγματικότητα. Σκεφτείτε τα μοτίβα σαν ένα “φίλτρο” μέσα από το οποίο “φιλτράρουμε” την καθημερινότητά μας. Αυτό το φίλτρο είναι φτιαγμένο από προηγούμενες εμπειρίες, τραύματα, απώλειες, επιρροές σημαντικών ανθρώπων στη ζωή μας και άλλα “υλικά” που είχαν τόση βαρύτητα στην ψυχή μας, ώστε να διαμορφώσουν τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο. Για παράδειγμα, κάποιος που είχε μία πολύ κακή εμπειρία στην πρώτη του προσπάθεια να αγαπήσει και να αγαπηθεί, είναι πολύ πιθανό να αισθάνεται καχύποπτος, ανασφαλής ή ανεπαρκής στις επόμενες σχέσεις του.
Οι άνθρωποι λειτουργούμε, σκεφτόμαστε και συμπεριφερόμαστε αυθόρμητα χωρίς να ελέγχουμε ιδιαίτερα τον εαυτό μας, τα συναισθήματα και τις αντιδράσεις μας και συνήθως χωρίς να προσπαθούμε να αλλάξουμε κάτι. Μόνο όταν προκύψουν δυσκολίες αρχίζουμε να προβληματιζόμαστε και να παρατηρούμε τον εαυτό μας πιο προσεκτικά – μόνοι μας ή με τη βοήθεια κάποιου ειδικού – προσπαθώντας να καταλάβουμε τι πήγε στραβά, τι κάναμε λάθος. Αυτή η διαδικασία, λοιπόν, της αυτοπαρατήρησης (και εν συνεχεία της συνειδητής προσπάθειας για αλλαγή) είναι ο μοναδικός τρόπος με το οποίο μπορούμε παρέμβουμε και να τροποποιήσουμε το “φίλτρο” μας. Αλλιώς, το “φίλτρο” θα παραμείνει εκεί, να αλλοιώνει την πραγματικότητα και να επηρεάζει τη σκέψη, το συναίσθημα και τη συμπεριφορά μας.
Στην περίπτωση των παιδιών και των εφήβων τα πράγματα είναι αρκετά αισιόδοξα, αφού τώρα διαμορφώνουν το δικό τους “φίλτρο” και είναι σχετικά εύκολο να τα καθοδηγήσουμε, μέσω της αυτοπαρατήρησης, προς πιο λειτουργικά και υγιή μονοπάτια. Το μόνο που χρειάζεται να κάνουμε είναι να τα βοηθάμε να “τσεκάρουν” την πραγματικότητα και να βεβαιώνονται ότι οι σκέψεις και τα συναισθήματά τους προκύπτουν από αυτήν και όχι από άλλες εσωτερικές διεργασίες. Με κάθε ευκαιρία, λοιπόν, ρωτήστε:
Είναι αντικειμενικά σωστή αυτή η σκέψη;
π.χ. “Σημαίνει στ’ αλήθεια ότι κάποιος δεν νοιάζεται μόνο και μόνο επειδή δεν μπορεί να σε συναντήσει την Παρασκευή;”
Τι έχει συμβεί στο παρελθόν, σε παρόμοια περίπτωση;
π.χ. “Την προηγούμενη φορά που φοβόσουν ότι θα αποτύχεις στο διαγώνισμα, τελικά είχες πάει μια χαρά, έτσι δεν είναι;”
Εκτός από αυτό που σκέφτεσαι, υπάρχουν άλλες πιθανές εξηγήσεις;
π.χ. “Λες ότι τα κορίτσια βγήκαν χωρίς εσένα και αυτό σημαίνει ότι δεν θέλουν πια να είστε φίλες. Πιστεύεις ότι υπάρχει κάποια άλλη πιθανή εξήγηση; Για παράδειγμα μπορεί να έφυγαν βιαστικά ή να πήγαν να πάρουν δώρο για τα γενέθλιά σου;”
Σε βοηθά αυτή η σκέψη να προχωρήσεις/λειτουργήσεις σωστά;
π.χ. “Καταλαβαίνω ότι δεν αισθάνεσαι άνετα να πας στο πάρτι, γιατί δε γνωρίζεις ακόμα πολλά παιδιά από το σχολείο. Από την άλλη όμως, ένα πάρτι είναι μια πολύ καλή ευκαιρία να γνωρίσεις παιδιά, έτσι δεν είναι;”
Μήπως κάνεις κάποιο λάθος στο σκεπτικό σου (για παράδειγμα γενικεύεις ή παραλείπεις δεδομένα);
π.χ. “Μπορεί να σε απογοήτευσε ο Γιώργος, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι όλα τα αγόρια θα σε απογοητεύσουν… Δεν είναι δίκαιο να γενικεύεις έτσι μια κακή εμπειρία.”
Τι θα έλεγες σε έναν φίλο, αν βρισκόταν σε παρόμοια θέση;
“Στ’ αλήθεια θα συμβούλευες έναν καλό σου φίλο να μην προσπαθήσει καν, από φόβο μην αποτύχει; Είναι καλή συμβουλή αυτή;”
Έτσι, χωρίς να επιβάλουμε μια δική μας ιδέα ή λύση, βοηθάμε τα παιδιά να προβληματιστούν και να επαναξιολογήσουν την πρώτη τους, αυτόματη, παρορμητική σκέψη ή συμπεριφορά. Και ενώ τα βοηθάμε τώρα που το χρειάζονται, ας ελπίσουμε ότι τους δείχνουμε και μια τεχνική προσωπικής διερεύνησης που θα τους φανεί χρήσιμη και στο μέλλον, όταν οι σκέψεις και οι αποφάσεις τους θα αφορούν σημαντικότερα και πιο περίπλοκα ζητήματα από αυτά της παιδικής ηλικίας και της εφηβείας.